Ένα κουκλίστικο λιμανάκι εμφανίζεται σιγά-σιγά μπροστά μου, καθώς ξημερώνει στο Καστελόριζο. Το μικρό αεροπλάνο των δώδεκα θέσεων, πετώντας χαμηλά, σχεδόν ξυστά πάνω από τα γνώριμα καλοκαιρινά μέρη των Δωδεκανήσων, προσγειώθηκε γρήγορα στο μικροσκοπικό αεροδρόμιο. Ένα φτερούγισμα αντί το θαλάσσιο ταξίδι των 36 μοιρών… Εξίσου δελεαστικό.
Σηκώνονται σιγά-σιγά οι εστιάτορες, βγάζουν τα τραπεζάκια στις πόρτες των μαγαζιών τους, στην προβλήτα του λιμανιού: μια λωρίδα γης γύρω από το νερό· ο μοναδικός δρόμος, όλοι κινούνται εδώ. Οι είσοδοι έχουν διπλές πόρτες, αλλιώς το χειμώνα το κύμα μπαίνει μέσα στα σπίτια. Τώρα μπαίνει το φως του ήλιου, οι μικροί παραδοσιακοί τοίχοι με τα απαλά χρώματα μοιάζουν διάτρητοι, καθώς το πελαγίσιο γαλάζιο αντανακλάται στα μικρά ξύλινα παράθυρα που ανοίγουν ένα ένα. Στην πλατεία, οι κυρούλες ετοιμάζουν τις καρεκλίτσες τους και ετοιμάζονται να πλέξουν, να μιλήσουν και να κοιτάξουν τη θάλασσα…. Έπειτα, σηκώνονται, ποτίζουν τους βασιλικούς, πλαγιάζουν τις καρέκλες στο τραπέζι, σκουπίζουν, βάζουν το φαγητό στο φούρνο. Οι βαρκάρηδες ξεκινούν για απέναντι, δέκα λεπτά οι ακτές της Τουρκίας, φέρνουν φτηνά προϊόντα, ψάρια, σύκα, δέρματα, ριχτάρια, μπακίρια – φανταχτερό ανατολίτικο μυστήριο πάνω στο ασπρογάλανο Αιγαίο…
Ξαφνικά εμφανίζονται βάρκες γεμάτες κόσμο: γέλια, φωνές, μπαλοθιές, γάμος. Το πανηγύρι στη θάλασσα· οι καλεσμένοι κάνουν το γύρο του λιμανιού μέσα στις βάρκες που σχεδόν βουλιάζουν από το βάρος τους.
Η θάλασσα στο λιμάνι και στους όρμους γύρω είναι η πιο ζεστή του πελάγους, από το καλοκαίρι ως αργά το φθινόπωρο. Ένα ανεπαίσθητο ρεύμα την καθαρίζει διώχνοντας προς τα τουρκικά παράλια οτιδήποτε επιπλέει· κοιτάμε γελώντας μια ουρά ψαριού κι ένα φουσκωτό στρώμα που φεύγουν για πάντα…
Από το ίδιο σημείο το βράδυ, στο τραπεζάκι με το χάρτινο τραπεζομάντιλο, την ώρα του απλού δείπνου, σα λαμπερά βεγγαλικά τα πορτοκαλιά φώτα της Τουρκίας απέναντι δίνουν μια νότα χλιδής στη ζεστή νησιώτικη νύχτα.
*diakopes.in.gr