Την ακύρωση μέτρων είσπραξης και πλειστηριασμών σε βάρος οφειλετών που θα ενταχθούν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, αλλά και έως 120 δόσεις για αποπληρωμή βασικών οφειλών και χρεών προς την εφορία, προβλέπει η εγκύκλιος που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), σχετικά με τη συμμετοχή του Δημοσίου ως πιστωτή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του ν. 4469/2017.
Όπως αναφέρει το newsbeast, προβλέπεται και η δυνατότητα λήψης μέτρων σε περίπτωση που ο οφειλέτης κρίνεται «ύποπτος» για δόλια προσπάθεια μεταφοράς περιουσιακών στοιχείων του σε τρίτους κ.λπ., ενώ, σε κάθε περίπτωση η ρύθμιση χάνεται εάν δεν καταβληθούν τρεις δόσεις, ή ο οφειλέτης παραλείψει να υποβάλει τρεις δηλώσεις ΦΠΑ.
Η εγκύκλιος της ΑΑΔΕ περιγράφει περιπτώσεις στις οποίες κάποιος οφειλέτης χρωστά, όχι μόνον στο Δημόσιο αλλά και σε τρίτους (τράπεζες, προμηθευτές, εργαζομένους κ.λπ.), οι οποίοι διαπραγματεύονται και συναποφασίζουν για την τύχη των χρεών του.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εγκύκλιο:
-Εφόσον το συνολικό ύψος της βασικής βεβαιωμένης έως τις 31/12/2016 οφειλής προς το Δημόσιο είναι έως 3.000 ευρώ (στο οποίο δεν προσμετρούνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013,4305/2014 και 4321/2015 των οποίων οι όροι τηρούνται), προβλέπεται ότι:
i) η αποπληρωμή τους (και των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής) γίνεται τμηματικά σε 36 μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο,
ii) η ελάχιστη μηνιαία δόση ορίζεται σε 50 ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού.
– Για βασικές οφειλές άνω των 3.000 και έως 20.000 ευρώ:
i) η αποπληρωμή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, γίνεται τμηματικά σε 120 μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο,
ii) η ελάχιστη μηνιαία δόση είναι 50 ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής.
– Εάν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο το πότε δημιουργήθηκαν και βεβαιώθηκαν, και όχι με βάση τον χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ, είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών τελεί υπό τον όρο της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της μη απώλειας, ακύρωσης ή ανατροπής της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
– Ως έσοδα για την ικανότητα αποπληρωμής, προκειμένου για φυσικά πρόσωπα, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα πραγματικά εισοδήματα φορολογητέα ή μη, όπως κέρδη από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, μισθοί, ενοίκια, τόκοι και άλλα. Δεν λαμβάνονται υπόψη τα τεκμαρτά εισοδήματα, όπως εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση ακινήτων, τεκμήρια διαβίωσης και άλλα.
– Στις περιπτώσεις συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη, ή αντιπρόταση πιστωτή, για αναδιάρθρωση οφειλών που τίθεται σε ψηφοφορία.
– Δεν επιτρέπονται:
παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και
ικανοποίηση απαιτήσεων του Δημοσίου με άλλα ανταλλάγματα (π.χ. σπίτια) αντί για χρήματα.
– Εάν ο οφειλέτης έχει ήδη προχωρήσει ρύθμιση χρεών στην εφορία, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου αποδέχεται τροποποίηση της ρύθμισης, εφόσον αυτή περιορίζεται μόνο στην επαύξηση του αριθμού των δόσεων της υφιστάμενης ρύθμισης, έως το μέγιστο όριο των 120 δόσεων.
Προβλέπεται αναστολή μέτρων είσπραξης σε βάρος οφειλετών, στις εξής περιπτώσεις:
Λόγω υποβολής αίτησης στον εξωδικαστικό:
Από την ημερομηνία που ο συντονιστής της διαδικασίας (που ορίζεται από το κράτος) ενημερώσει την αρμόδια εφορία ή τελωνείο ότι ο οφειλέτης έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα μέτρα είσπραξης, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που υπάγονται σε εξωδικαστική ρύθμιση. Απαγορεύεται επίσης και η λήψη οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού μέτρου.
Η αναστολή ισχύει κατ’ αρχήν για χρονικό διάστημα έως 70 ημερών και δύναται να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως 4 επιπλέον μηνών, κατόπιν έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του οφειλέτη και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου. Πρόωρη παύση της αναστολής επέρχεται:
α. αυτοδικαίως, εφόσον η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο
β. αυτοδικαίως, εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών και
γ. κατόπιν έκδοσης δικαστικής του Μονομελούς Πρωτοδικείου της Περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, μετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή (και ως εκ τούτου και της φορολογικής διοίκησης), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου.
Ωστόσο, κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται μετά την κοινοποίηση του αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, είναι άκυρες και ως εκ τούτου η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να τις ανακαλεί.
Λόγω υποβολής αίτησης δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών:
Από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο αρμόδιο δικαστήριο, αναστέλλονται αυτοδίκαια τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, καθώς και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικά για την περίπτωση που κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης για τη δικαστική επικύρωση της σύμβασης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη, της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
Η αναστολή ισχύει έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας. Επισημαίνεται πάντως, ότι η συζήτηση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, προσδιορίζεται εντός δύο μηνών από την κατάθεση, ενώ η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης.
Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει, τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους.
Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται:
η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο που έχει συμφωνηθεί με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και
η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
Στον οφειλέτη μπορεί να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας.
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου. Τυχόν υπόλοιπο ποσό επιστρέφεται στον οφειλέτη, μετά από έλεγχο.
Αυτοδίκαιη ανατροπή της σύμβασης επέρχεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή καταβάλει μερικώς δόσεις προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε 3 δόσεις,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ, εφόσον υπέχει σχετική υποχρέωση, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, το αργότερο εντός 3 μηνών από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την έναρξη ισχύος της σύμβασης,
γ) παραλείψει να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τις οφειλές του προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων, που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016 εντός 90 ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ημερομηνία επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύμβασης, εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.
Επισημαίνεται ότι το Δημόσιο υποχρεούται να γνωστοποιήσει αμελλητί την επέλευση της αυτοδίκαιης ανατροπής της σύμβασης σε όλους τους πιστωτές. Η σύμβαση αναδιάρθρωσης μπορεί να ακυρωθεί ως προς όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, με δικαστική απόφαση κατόπιν αίτησης τρίτου πιστωτή.