Επέστρεψε στη Βόρεια Εύβοια πριν από δέκα χρόνια, αφού δούλεψε σε αρκετές χώρες του εξωτερικού. Βέλγιο, Γερμανία, Ολλανδία, Βουλγαρία, Μεγάλη Βρετανία, Κύπρο.
Προτιμούσε όμως να δημιουργήσει την οικογένειά του στον τόπο που γεννήθηκε και ένιωθε ο εαυτός του. Σήμερα, ένα μήνα μετά την μεγάλη πυρκαγιά, ο μέχρι πρότινος κτηνοτρόφος και αγρότης Βασίλης Αργυρίου, συνειδητοποιεί: «Πηγαίνω στα σπίτια των φίλων μου και κάνω τον νεκροθάφτη».
Προσπαθώντας να εξασφαλίσει κάποια χρήματα άμεσα, αφού δεν μπορεί να δουλέψει στα ζώα και στο δάσος, ο 38χρονος Αργυρίου, πατέρας δύο αγοριών, ηλικίας επτά και εννέα ετών, σκέφτηκε να αρχίσει να μαζεύει τα σίδερα από τα καμένα, στην Αγία Άννα όπου μένει και τα γύρω χωριά. «Ευτυχώς με έχουν στηρίξει οι συγχωριανοί και τα κρατάνε για μένα. Μου λένε έλα εδώ, διαλύθηκε το σπίτι μου, πάρε ότι χρειάζεσαι Αλλά δεν είναι εύκολο. Πάω, παίρνω τα σίδερα και ο καθένας μου λέει τον δικό του πόνο και κλαίει. Εγώ σε όλα αυτά τα σπίτια που μπαίνω τώρα, έχω φάει, έχω πιει, έχω γλεντήσει. Και αυτή τη στιγμή για να βγάλω το μεροκάματο κάθομαι και τα ξηλώνω».
Μέχρι η φωτιά να καταστρέψει τη Βόρεια Εύβοια, ο Αργυρίου ασχολούταν με το δάσος, τα χωράφια και τα ζώα. Περιγράφει πως η ζωή τους, με τη σύζυγό του και τα δύο παιδιά τους, τους άρεσε. Δεν ήταν επιβίωση. «Δεν περνάγαμε απλά καλά. Περνάγαμε ποιοτικά καλά. Τα παιδιά παίζουν όλη μέρα έξω. Ούτε με ίντερνετ θέλουν να ασχολούνται ούτε τίποτα. Όλη μέρα βόλτα». Όλα αυτά μέχρι τις αρχές Αυγούστου. «Είχα κατσίκια, πρόβατα και μοσχάρια. Από τα μοσχάρια ειδικά δεν έζησε κανένα. Προσπάθησα να τα σώσω αλλά δεν τα κατάφερα. Ασχολούμουν με τα πεύκα, τα οποία πλέον κάηκαν και είχα καταφέρει να έχω 1.300 ρίζες ελιές τις οποίες διαχειριζόμουν. Ούτε αυτές σώθηκαν. Ούτε μια». Το μαντρί που είχε φτιάξει, περίπου 300 τετραγωνικών κάηκε ολοσχερώς μαζί με το άχυρο, το τριφύλλι, τους καρπούς και τα εργαλεία που είχε μέσα.
«Πέρασα την πρώτη μέρα με κλάματα, τη δεύτερη πήγα και είδα το μαντρί. Πάλι κλάματα. Έκατσα έτσι μια βδομάδα. Δε βγαίνει κάτι με το κλάμα όμως. Σηκώθηκα και σκέφτηκα να αρχίσω να μαζεύω σίδερα. Το θέμα είναι τι θα γίνει μετά. Πες πως για ένα-δύο χρόνια θα βρίσκω δουλειά, μέχρι να μαζευτούν τα πεύκα, να καθαριστούν τα χωράφια που είχαν τις ελιές. Μετά; Το βουνό τελείωσε. Σκεφτόμαστε με τη γυναίκα μου να ξαναφύγουμε στο εξωτερικό. Θα κάνω δύο-τρεις δουλειές για κάποιο καιρό, δουλεύει κι εκείνη σε ένα μαγαζί και άμα δούμε ότι δε βγαίνει θα φύγουμε. Αλλά να αφήσουμε αυτόν τον τόπο και να πάμε να σκλαβωθούμε πάλι σε ένα διαμέρισμα έξω;»
περισσότερα στο News247