Γράφει η Ψυχολόγος, Ευαγγελία Ραφαέλα Μαρινάκη
‘Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε βρεθεί μάρτυρες σε διαμάχες ανάμεσα σε γονείς και παιδιά , με τους γονείς να επιπλήττουν τα παιδιά για τους βαθμούς. «Γιατί η Μαρία πήρε καλύτερο βαθμό στο μάθημα της Γλώσσας από εσένα, τι παραπάνω έχει;». Ακόμα μπορεί να βρεθήκαμε σε παρόμοια θέση με γονείς οι οποίοι παραπονιούνται ότι το παιδί τους αδικήθηκε που δεν μπήκε στην ομάδα του σχολείου, καθώς είναι ένα ανερχόμενο αστέρι. Με άλλα λόγια, αποτελεί συχνό φαινόμενο, οι γονείς να έχουν υψηλές και υπερβολικές προσδοκίες για τις δυνατότητες των παιδιών τους πολύ πριν αυτά προλάβουν να διαμορφώσουν αυτόνομα την προσωπικότητα τους. Η γαλούχηση των παιδιών με απαιτήσεις των γονέων ,συχνά επιφέρει δυσκολίες στην ομαλή συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, προκαλώντας στα ίδια, αισθήματα ανεπάρκειας και άγχους.
Πώς δημιουργούνται υψηλές προσδοκίες & πώς επηρεάζεται η ζωή των παιδιών;
Ο ερχομός μιας νέας ύπαρξης, η τεκνοποίηση, σηματοδοτεί μια νέα ζωή, μια νέα ελπίδα. Θα λέγαμε ότι μέσω της γέννησης του νέου βρέφους αναγεννιούνται και οι ίδιοι οι γονείς. Η νέα ζωή έρχεται να αλλάξει όχι μόνο τη ρουτίνα της καθημερινότητας των γονέων αλλά και να δημιουργήσει προσδοκίες και όνειρα των δεύτερων για το βρέφος. Πιο αναλυτικά, από τη στιγμή της ανακοίνωσης της εγκυμοσύνης το ζευγάρι αρχίζει να προκατασκευάζει εικόνες, να διαπλάθει όνειρα και στόχους για τη νέα οικογενειακή ζωή. Διαμορφώνει ήδη στο μυαλό του το προσωπικό προφίλ του παιδιού που θα φέρει στη ζωή. Αυτή η φυσιολογική και αναμενόμενη διαδικασία, αποκτά παθολογική διάσταση όταν οι γονείς ερμηνεύουν την τεκνοποίηση ως την μοναδική ευκαιρία να ζήσουν αυτά που δεν κατάφεραν οι ίδιοι, να πραγματοποιήσουν μέσω του παιδιού τους δικούς τους οραματισμούς και όνειρα που έληξαν άδοξα.
Επομένως, όταν ο ενθουσιασμός για την ύπαρξη της νέας ζωής, διαμορφώνεται μέσω της προγενέστερης ζωής των γονέων , οι γονείς παρουσιάζονται συχνά να έχουν άκαμπτη και αυστηρή γνώμη για τις ικανότητες και τη δυναμική των παιδιών τους. Μάλιστα, αυτή η άκαμπτη πεποίθηση ότι το παιδί τους διαθέτει χαρακτηριστικά και δυνατότητες οι οποίες φαντάζουν εξωπραγματικές, τους ωθεί να ασκούν έντονη κριτική στις τυχών χαμηλές αποδόσεις που μπορεί να φέρουν τα ίδια. Αρνούνται κατηγορηματικά ότι το χαρισματικό τους παιδί μπορεί και δικαιούται να έχει στιγμές αδυναμίας. Με αυτή τη στάση συχνά επιπλήττουν τα παιδιά δημιουργώντας σε αυτά έντονη πίεση και ενοχές αποτυχίας. Πιέζουν τα παιδιά τους για τη «πρωτιά», τους άριστους βαθμούς και την επιτυχία , προσφέροντας για αντάλλαγμα τη στοργή τους. Επίσης χρησιμοποιούν την απόρριψη και την αποδοκιμασία ως μέσω κινητοποίησης των παιδιών, για συνεχή διεκδίκηση μιας καλύτερης θέσης, ακόμα και αν τα ίδια τα παιδιά δεν τρέφουν ενδιαφέρον και δεν αντλούν ευχαρίστηση με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, που έχουν κληθεί να διεκπεραιώσουν.
Tα παιδιά εγκλωβίζονται μέσα στην προσχεδιασμένη πορεία που πρέπει να ακολουθήσουν με απώτερο σκοπό να αποκτήσουν την αποδοχή, την αναγνώριση και την αγάπη των γονιών τους. Τα παιδιά αναγκάζονται να αγωνιστούν σε ένα αγώνα δρόμου χωρίς κανένας να τα προετοίμασε γι αυτό, χωρίς να έχουν εκδηλώσει καμία πρωτοβουλία και αρέσκεια για αυτές τις επιλογές. Με άλλα λόγια, παλεύουν και κυνηγούν με όλες τους τις δυνάμεις τη σκιά του εαυτού τους, προσπαθώντας να κατακτήσουν ένα έπαθλο το οποίο είναι άγνωστο για αυτά. Παράλληλα, τα παιδιά μαθαίνουν να αλληλοεπιδρούν με το κοινωνικό περίγυρο μέσα σε κλίμα ανταγωνισμού, φοβούμενα μην κάποιους τους κλέψει την «πρωτιά» και συνεπώς την αγάπη των γονέων τους. Τα παιδιά συχνά καταρρέουν συναισθηματικά στην προσπάθεια τους να ολοκληρώσουν έναν μαραθωνοδρόμο ο οποίος δεν έχει τερματισμό.
Ακόμα, τα παιδιά μαθαίνουν να ζουν σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον , δυσκολεύοντας έτσι την προσαρμοστικότητα που απαιτείται να δείξουν στην μεταγενέστερη ζωή τους. Αδυνατούν να πάρουν πρωτοβουλίες και να εκδηλώσουν τις επιθυμίες και τα θέλω τους, με τραυματικό αποτέλεσμα ,να μην μπορούν να αυτονομηθούν και προσδιορίσουν οι ίδιοι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας τους και τελικά την εικόνα του εαυτού τους. Μερικές φορές, στον αντίποδα, παρατηρούμε παιδιά τα οποία στην προσπάθεια τους να σπάσουν τα δεσμά καταφεύγουν σε ακραίες συμπεριφορές και αντιδράσεις είτε για να εναντιωθούν στους γονείς τους με σκοπό να τους καθρεπτίσουν το πόνο που έχουν υποστεί από τους ίδιους, είτε στην προσπάθεια τους να αυτονομηθούν και να δημιουργήσουν τη δική τους ανεξάρτητη προσωπικότητα.
Είμαι ικανός επειδή με αποδέχονται – και όχι – Με αποδέχονται επειδή είμαι ικανός
Είναι πολύ σημαντικό, οι γονείς να αποδέχονται το παιδί τους όπως ακριβώς είναι χωρίς να προσπαθούν να το μεταμορφώσουν σε μια εξελισσόμενη μορφή του εαυτού τους. Η κριτική των γονιών απέναντι στις πράξεις των παιδιών τους είναι αναμενόμενη όμως καλό θα ήταν να είναι εποικοδομητική και όχι απόλυτη και αφοριστική, καθώς μέσω της υγιούς έκφρασης δίνεται η δυνατότητα στο παιδί να ξεδιπλώσει τις δυνατότητες της προσωπικότητας του, δημιουργώντας έτσι έναν μελλοντικό ενήλικα ο οποίος θα προσδιορίζει τον εαυτό του μέσα από τα δικά του μάτια , απαλλαγμένος από τον φαύλο κύκλο του φόβο της ανεπάρκειας και της απόρριψης από τους άλλους.
«Το μεγαλύτερο βάρος για ένα παιδί είναι να ζήσει τη ζωή των γονιών του» (Jung- Carl -Gustav, 1946., The Psychology of the Transference)