Εν έτει 2022 ακόμη υπάρχουν ιδιωτικές επιχειρήσεις που αρνούνται να ικανοποιήσουν τις στοιχειώδεις διατάξεις του νόμου, γύρω από θέματα εργατικής νομοθεσίας, φτάνοντας στο σημείο να επιρρίψουν ευθύνες στην έγκυο υπάλληλο τους.
Χαρακτηριστική περίπτωση, εταιρία φαρμακευτικών ειδών, η οποία καλείται να καταβάλει αποζημίωση ύψους 23.000 ευρώ, καθώς επιχείρησε να απολύσει χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση από την εργασία της εργαζόμενη, παρά το γεγονός ότι η γυναίκα ενημέρωσε ότι βρισκόταν σε κατάσταση κύησης.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο της Ηλείας, με την υπ΄αριθμ. 106/2022, που εξέτασε την υπόθεση μετά από αγωγή της εργαζόμενης, τάχθηκε στο πλευρό της, παρά το γεγονός ότι η εταιρία επιχείρησε να παρουσιάσει την υπάλληλο ως ανίκανη να εκτελέσει τα καθήκοντα της, δημιουργώντας συχνά προβλήματα στην παραγωγή.
Μάλιστα, η εργοδότρια επιχείρηση έφτασε στο σημείο να ορίσει ως μάρτυρες της δύο άλλους εργαζόμενους, προκειμένου να υποστηρίξουν πως η έγκυος γυναίκα είχε κακή συμπεριφορά προς τους πελάτες, ενώ ζημίωνε την επιχείρηση επειδή μερικές φορές την εβδομάδα καθυστερούσε στη βάρδια της για… 10 ολόκληρα λεπτά.
“Συνεπώς οι ένδικοι ισχυρισμοί της εταιρείας ότι η ενάγουσα πλημμελώς εκτελούσε τα συμβατικά της καθήκοντα και επιδείκνυε ανάρμοστη συμπεριφορά σε διάφορους πελάτες της φαρμακοποιούς, με αποτέλεσμα να έχουν διατυπωθεί επανειλημμένως παράπονα σε βάρος της από αυτούς, και οι οποίοι κατατείνουν στην απόδειξη σπουδαίου λόγου για την εγκυρότητα της απόλυσης εγκύου εργαζομένης, τυγχάνουν στο σύνολό τους απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι, εφόσον δεν αποδείχθηκαν από κάποιο αξιόπιστο αποδεικτικό μέσο” αναφέρει στο σκεπτικό του το δικαστήριο και προσθέτει: “Επίσης, ο ισχυρισμός της εταιρείας περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους της ενάγουσας είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, επειδή δεν υφίστατο σπουδαίος λόγος καταγγελίας της σύμβασης ούτε αποδείχθηκε ότι η υπάλληλος με τη συμπεριφορά της δολίως δημιούργησε τις συνθήκες που δικαιολογούσαν την καταγγελία της σύμβασης εργασίας της”.
Το ιστορικό
Το 2018, τρία χρόνια μετά την πρόσληψη της υπαλλήλου ως παραγγελειολήπτρια υλικών υπό πλήρες ωράριο και μηνιαίο εισόδημα ύψους 700 ευρώ, της γνωστοποιήθηκε προφορικά κατά τη λήξη του πρωινού ωραρίου εργασίας της, ότι η εταιρεία δεν επιθυμεί τη συνέχιση της εργασίας της από το απόγευμα της ίδιας ημέρας και εφεξής και την κάλεσε να προσέλθει στο λογιστήριο προκειμένου να υπογράψει την απόλυσή της. Τότε η υπάλληλος γνωστοποίησε ότι βρίσκεται σε αρχόμενη κύηση, γεγονός του οποίου έλαβε γνώση μόλις δύο μέρες πριν, πλην όμως η στάση της επιχείρησης δεν μεταβλήθηκε αλλά συνέχισε να εμμένει στην απόλυσή της.
Έτσι, η έγκυος υπάλληλος δεν προσήλθε στην εργασία της, αλλά κοινοποίησε στην διοίκηση εξώδικη διαμαρτυρία-δήλωση-πρόσκληση, με συνημμένη σε αυτήν την ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση, με την οποία την κάλεσε να συνεχίσει να αποδέχεται την εργασία της κατά τους όρους της πρόσληψής της, “καθώς η απόλυσή της τυγχάνει παράνομη, άκυρη και καταχρηστική διότι τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης, ουδέποτε δε επέδειξε αντισυμβατική συμπεριφορά εκτελώντας πλημμελώς τα καθήκοντά της ως εργαζομένη, ώστε να συντρέχει σπουδαίος λόγος καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας της”.
Ωστόσο, η εταιρία συνέχισε να τηρεί την ίδια στάση κοινοποιώντας έγγραφη καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας της αορίστου χρόνου χωρίς προειδοποίηση [άτακτη καταγγελία] επικαλούμενη την ύπαρξη σπουδαίου λόγου προς τούτο και συγκεκριμένα επί λέξει : «Παρά τις επανειλημμένες παρατηρήσεις, υποδείξεις και επισημάνσεις μας για συμμόρφωση στις δηλώσεις μας, η ίδια κώφευσε συστηματικά με αποτέλεσμα να ζημιώσει καίρια την εταιρεία μας, αδιαφορώντας για την πολιτική και τις αξίες της. Ειδικότερα, η συμπεριφορά της απέναντι στους πελάτες ήταν εντελώς απαξιωτική παραβιάζοντας σε καθημερινή βάση θεμελιώδεις κανόνες δικαίου καθώς και τα συναλλακτικά και χρηστά ήθη. Κατά την εκπλήρωση των εργασιακών της καθηκόντων δεν συμμορφώθηκε με τις δηλώσεις μας και τη γενική πολιτική της εταιρείας μας παρά τις αδιάλειπτες από εμάς παρατηρήσεις και επιπλήξεις».
Η εργαζόμενη προσέφυγε στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, αλλά παρά τις προσπαθείς του Επιθεωρητή Εργασίας να συνεχιστούν οι προσπάθειες εξεύρεσης λύσης ως προς την δυνατότητα επαναπρόσληψης της εργαζομένης με τους ίδιους όρους και συνθήκες εργασίας, η εναγομένη εταιρεία ενέμεινε στην απόφαση της να την απολύσει για τον προαναφερθέντα λόγο και δεν προέβη σε οποιαδήποτε πρόταση επαναπρόσληψής της.