Ο Δημήτρης Ιτούδης που διαπρέπει σαν προπονητής της Εθνικής στο Eurobasket, μίλησε για το άθλημα, την επιχείρηση της οικογένειας του, ακόμα και για το αν είναι καλός χορευτής.
Τα όσα είπε εκπομπή «Mega Καλημέρα»:
Για τον λόγο που ασχολήθηκε με το μπάσκετ και την ατάκα της μητέρας του: «Είμαι της γενιάς που επηρεάστηκε από το 1987, αλλά πολύ πιο νωρίς, το 1985, έπαιζα ποδόσφαιρο, όπως ο πατέρας μου. Είχαμε τον ίδιο προπονητή.
Είχα μακριά μαλλιά και δεν του άρεσε αυτό. Εν ολίγοις αυτός είναι ο λόγος που έφυγα από το ποδόσφαιρο και πήγα στο μπάσκετ. Η μάνα μου έλεγε ότι το μπάσκετ δεν θα σου δώσει να φας, έλα να μας βοηθήσεις στα σπαράγγια».
Για το γεγονός ότι ενώ η οικογένειά του είχε επιχείρηση προτίμησε να στραφεί στο μπάσκετ: «Ήταν πετυχημένη επιχείρηση, αλλά είχε πολύ ήλιο και ζόρι. Είχε συζητηθεί να σπουδάσω Γεωπονία ώστε να είμαι ο εκπρόσωπος της εταιρίας που εξήγαγε τα σπαράγγια. Ίσως και να ήταν κάρμα. Δεν με γέμιζε η γεωπονία. Με γέμιζε το μπάσκετ. Κάποια στιγμή τσαπίζαμε και έπαθα ηλίαση στο χωράφι. Βέβαια δεν πάθαινα ηλίαση όταν έπαιζα μπάσκετ».
Για το πώς βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο στο Ζάγκρεμπ όπου σπούδασε προπονητική: «Υποκινούμενος από έναν ξάδελφο της μητέρας μου έψαξα για το ποια είναι η καλύτερη και πιο δύσκολη ακαδημία στην Ευρώπη. Τότε το Ζάγκρεμπ ήταν το Νο1 και μέσω τηλεφωνημάτων πήγα. Προσπαθούσα να λέω στην μητέρα μου ότι όλα ήταν καλά. Το πανεπιστήμιο λειτουργούσε εν μέσω εμφυλίου. Υπήρξε περιστατικό που με φόβισε και μου άφησε ένα τραύμα, γιατί υπήρξε επίθεση στο κέντρο του Ζάγκρεμπ, έπεσαν κάτι απαγορευμένες οβίδες διασποράς και πήρε φωτιά ένα αυτοκίνητο. Με καλούν εταιρίες να πω τα δικά μου βιώματα μέσα από τον αθλητισμό που βρίσκουν εφαρμογή στον επιχειρηματικό τομέα. Η πρώτη μου σφαλιάρα ήταν η πρώτη μου ήττα. Κάποια στιγμή στην ζωή μας θα πέσουμε όλοι. Θα απογοητευτούμε, θα αποτύχουμε, θα χαλάσουν οι σχέσεις μας, θα χωρίσουμε, θα μας απογοητεύσει φίλος. Το θέμα είναι να πέσουμε μπροστά, όχι πίσω. Αναμφίβολα θα υπάρξουν αποτυχίες στην ζωή. Το θέμα είναι πώς τις αγκαλιάζεις ώστε να γίνεσαι καλύτερος».
Για τον χρόνο που περνάει μακριά από την οικογένειά του: «Η γυναίκα μου και η κόρη μου αλλάξαν την καθημερινότητά τους και τους φίλους τους για να υποστηρίξουν εμένα και τις δικές μου φιλοδοξίες. Είχαμε συμφωνήσει ότι το καλοκαίρι ήταν δικό τους, αλλά τώρα ανήκει στην Εθνική, που είναι τιμή, πρόκληση και μεγάλη ευθύνη. Προσπαθώ και προσπαθούσα να μοιράζομαι τα λεπτά, ώρες και στιγμές με την κόρης μου μέχρι την ενηλικίωσή της».
Για το αν ισχύει ότι είναι καλός χορευτής: «Είναι αλήθεια ότι είμαι καλός χορευτής. Χορεύω μόνος μου. Ξέρω χορούς της Ανατολικής Ρωμυλίας και πολλούς ελληνικούς χορούς. Όταν είχε εκείνες τις εκπομπές ο Σπύρος Παπαδόπουλος, αν τις αφιέρωνε στους παραδοσιακούς χορούς μπορεί να χόρευα μόνος σπίτι μου».
Για τα χόμπι του: «Μου αρέσει πολύ το διάβασμα και έχουμε τα audio book πλέον όπου ακούς ένα βιβλίο. Μου αρέσει αν διαβάζω και να αθλούμαι. Μέσω της άθλησης μου έρχονται πολλές ιδέες».
Για τον κορονοϊό «Ήταν από τις πρώτες καταστάσεις του κορoνοϊού, που ακόμα και οι γιατροί και οι νοσηλευτές μαθαίνανε. Θέλω να ευχαριστήσω τους ανθρώπους του “Σωτηρία” και στην κυρία Πουλάκου, η οποία με έπεισε. Εγώ δεν ήθελα να νοσηλευτώ επειδή πίστευα ότι ήμουν καλά. Όταν είδα ότι στα πνευμόνια το ένα ήταν στο 20% και το άλλο στο 15%, η γιατρός μου είπε “κύριε Ιτούδη, εδώ, ο προπονητής είμαι εγώ. Όπως εσείς θέλετε οι αθλητές σας να σας ακούνε, εσείς θα ακούσετε εμένα”. Έζησα 9 μέρες με υψηλό πυρετό. Προφανώς και τρόμαξα. Όταν ο πυρετός από το 39 έπεφτε μόνο στο 38 με αντιβίωση και κρύα μπάνια, κάτι δεν πήγαινε καλά».
Για την ατάκα των ηθοποιών ότι θέλουν να πεθάνουν στο σανίδι και αν ισχύει στην προπονητική: «Οι ηθοποιοί καλώς λένε ότι θέλουν να πεθάνουν στο σανίδι. Εγώ θέλω να είμαι εκεί όσο μπορώ και αισθάνομαι ότι μπορώ να προσφέρω».