Γράφει ο συνεργάτης, Δημήτρης Κονιδάρης
Πριν λίγες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας απίστευτης και προκλητικής δήλωσης από τον παλαίμαχο Λιθουανό μπασκετμπολίστα Σαρούνας Μαρτσουλιόνις, ο οποίος υποστήριξε σε ισπανικό περιοδικό ότι οι Έλληνες προσπάθησαν να δωροδοκήσουν τους Σοβιετικούς για να πετύχουν τη νίκη στο μεγάλο τελικό του Ευρωμπάσκετ 1987.
Σε αυτόν, ως γνωστόν, η Εθνική μας πέτυχε τη σημαντικότερη επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού που άλλαξε το χάρτη του Ευρωπαϊκού μπάσκετ όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο. Παραθέτουμε τη δήλωση του Λιθουανού και πρώην Σοβιετικού άσου για λόγους πληρότητας: «Ναι, είναι αλήθεια αυτό! Κάποιοι Έλληνες μάς προσέγγισαν και προσέφεραν χρήματα. Φυσικά κανείς δεν τα δέχτηκε. Σε κάθε περίπτωση, από μόνο του αυτό το γεγονός και η πρόταση που έγινε, γέμισε αμφιβολίες το εσωτερικό της ομάδας μας.
Το πρόβλημα υπήρξε από τη στιγμή που δεν το επικοινωνήσαμε και δεν το συζητήσαμε μεταξύ μας. Αν, δηλαδή ο προπονητής μας είχε κανονίσει μια συνάντηση και μας ρωτούσε τι σκεφτόμαστε για αυτή την πρόταση, θα είχαμε συντρίψει τους Έλληνες! Αντίθετα, δεν κάναμε τίποτα, ήμασταν σε σύγχυση και χάσαμε τον τελικό. Τώρα μπορώ να αστειεύομαι ότι είχαμε κι εμείς μια συμβολή στην ανάπτυξη του ελληνικού μπάσκετ και μάλιστα χωρίς να πληρώσουν τίποτα. Οι Έλληνες βέβαια βελτίωσαν την φήμη τους όταν φώναζαν υπέρ της Λιθουανίας στον τελικό του 1995 που χάσαμε από τη Γιουγκοσλαβία»
Σαφώς οι ισχυρισμοί του Μαρτσουλιόνις δεν αντέχουν σε καμία σοβαρή κριτική αφού αρχικά κατηγόρησε για δωροδοκία γενικώς και, εντελώς, αορίστως ενώ στη συνέχεια, μετά από αρκετές αντιδράσεις, τόνισε σε συνέντευξή του ότι οι προσπάθειες χρηματισμού δεν έγιναν από κάποιον επίσημο φορέα αλλά από άσχετους με την Ομοσπονδία ανθρώπους που δεν είχαν κάποια θέση ή κάποιο αξίωμα.
Κι ενώ στην πρώτη δήλωσή του είπε ότι η προσπάθεια χρηματισμού αποπροσανατόλισε τους συμπαίκτες στην ΕΣΣΔ και ότι χωρίς αυτήν θα είχαν συντρίψει την ελληνική ομάδα (όπου φαίνεται η αρρωστημένη αδυναμία του Μαρτσουλιόνις να παραδεχτεί την ήττα), στη δεύτερη δήλωσή του, προσπαθώντας να πετύχει κάποιου είδους ανασκευή των λεγομένων του, τόνισε ότι σέβεται το ελληνικό μπάσκετ για αυτά που έχει πετύχει. Στα λεχθέντα του Μαρτσουλιόνις, έσπευσαν να τον συνεπικουρήσουν ο αχαρακτήριστος Βλάντας Γκαράστας (βοηθός του Γκομέλσκι το 1987 και βασικός προπονητής της ΕΣΣΔ το 1989) καθώς και ο Χέινο Έντεν, ίσως ο λιγότερο γνωστός παίκτης της Σοβιετικής ομάδας το 1987. Τώρα, στο ερώτημα γιατί τα θυμήθηκαν αυτά 34 χρόνια μετά, μάλλον είναι δύσκολο να δοθεί πειστική απάντηση…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Καταρχάς, η ελληνική ομάδα είχε αντιμετωπίσει τη σοβιετική στον 4ο αγώνα της 1ης φάσης του Ευρωμπάσκετ 1987 και μάλιστα ηττήθηκε με 69-66 ύστερα από έναν συγκλονιστικό αγώνα με τη σοβιετική ομάδα να έχει αμέριστη υποστήριξη από το σφαγέα Τσεχοσλοβάκο Λιούμπομιρ Κοτλέμπα. Κοινώς, τι περιμέναμε; Διαιτητή από χώρα του ανατολικού μπλοκ (το 1987 δεν είχε καταρρεύσει ακόμα η Σοβιετική Ένωση) και να μην βοηθήσει τους Σοβιετικούς;
Σημειωτέον ότι η Εθνική μας στο 2ο αγώνα της 1ης φάσης είχε νικήσει τη Γιουγκοσλαβία του Ντράζεν δημιουργώντας πολύ μεγάλες προσδοκίες που δεν είχαν καμία, ευτυχώς, σχέση με τις «Μεγάλες προσδοκίες» για τον Πιπ στο γνωστό μυθιστόρημα του Καρόλου Ντίκενς. Επίσης, στον προημιτελικό η ελληνική ομάδα νίκησε σχετικώς εύκολα τη δυνατή Ιταλία και στον ημιτελικό την Γιουγκοσλαβία, για 2η φορά σε λίγες ημέρες. Αυτές οι νίκες δεν ήταν, βεβαίως, καθόλου τυχαίες και αυτό έχει αναλυθεί μυριάκις σε γραπτό και ηλεκτρονικό τύπο.
Εδώ θα ήθελα να επισημάνω ότι οι νίκες επί των Γιουγκοσλάβων είχαν μεγαλύτερο επίπεδο δυσκολίας αφού οι Πλάβι ατομικά ήταν πολύ πιο ταλαντούχοι από τους Σοβιετικούς. Καλοί οι Βολκόφ, Βάλτερς, Τιχονένκο, Χομίτσιους, Τκατσένκο, Ταρακάνοφ και, ασφαλώς, ο σπουδαίος (ως παίκτης) Μαρτσουλιόνις αλλά μόνο ως αθλητική ιεροσυλία μπορεί να χαρακτηριστεί η οποιαδήποτε απόπειρα σύγκρισής τους με τους Κούκοτς, Ράτζα, Ντίβατς, Πάσπαλι, Βράνκοβιτς, Τζόρτζεβιτς, Τσβετίτσιανιν και τον κορυφαίο Ντράζεν Πέτροβιτς. Άλλωστε η πορεία του καθενός από τους Γιουγκοσλάβους, καθώς και της Εθνικής τους ομάδας και των γιουγκοσλαβικών συλλόγων, τα επόμενα χρόνια γέρνουν καταλυτικά την πλάστιγγα υπέρ των Πλάβι στη σύγκριση με τους Σοβιετικούς.
Στο Ευρωμπάσκετ του 1989 η Εθνική μας νίκησε στον ημιτελικό την Σοβιετική Ένωση με 81-80 μπαίνοντας οριστικά στην ελίτ των μεγάλων με τους Σοβιετικούς να μην έχουν πια την παραμικρή δικαιολογία αφού είχε επιστρέψει ο φοβερός Άρβιντας Σαμπόνις. Τονιστέον ότι οι Σοβιετικοί είχαν κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς της Σεούλ εννέα μήνες νωρίτερα (30-9-1988) και πίστευαν ότι θα έπαιρναν πανηγυρική εκδίκηση απέναντι στην Εθνική μας. Όμως οι διεθνείς μας επικράτησαν ξανά, κάτι που, προφανώς πίκρανε ιδιαιτέρως τον Μαρτσουλιόνις. Έτσι, σε ένα διάστημα τριών ετών ο Μαρτουλιόνις ηττήθηκε σε δύο μεγάλες διοργανώσεις από την Εθνική μας, κάτι που προφανώς δεν κατάφερε να ξεπεράσει ποτέ.
Από το 1992 αγωνιζόταν με τη φανέλα της Λιθουανίας με την οποία κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στη Βαρκελώνη. Ωστόσο, το 1993 στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας και το 1994 στο Μουντομπάσκετ του Τορόντο, η Λιθουανία δεν συμμετείχε ενώ η Εθνική πήρε την 4η θέση και στις δύο ανωτέρω διοργανώσεις. Οπότε, Σαρούνας, μήπως είναι πιο λογικό να πούμε «Να ‘ταν η ζήλεια ψώρα…»;
Πρέπει, ωστόσο, να αναφερθεί ότι στην αρχική δήλωση ο φαιδρός Μαρτσουλιόνις είπε κάτι που ουσιαστικά πρόδωσε το ποιόν του και το μένος του κατά της Ελλάδας και των Ελλήνων. Τι είπε λοιπόν ο παλαίμαχος άσος; «…Τώρα μπορώ να αστειεύομαι ότι είχαμε κι εμείς μια συμβολή στην ανάπτυξη του ελληνικού μπάσκετ και μάλιστα χωρίς να πληρώσουν τίποτα. Οι Έλληνες βέβαια βελτίωσαν την φήμη τους όταν φώναζαν υπέρ της Λιθουανίας στον τελικό του 1995 που χάσαμε από τη Γιουγκοσλαβία». Με το παραπάνω απόσπασμα είναι ξεκάθαρο ότι ο Μαρτσουλιόνις αγνοεί ή θέλει να αγνοεί πως το 1987 δεν άλλαξε ο χάρτης μόνο του ελληνικού μπάσκετ αλλά και του ευρωπαϊκού αφού οι επιτυχίες των ελληνικών ομάδων στη συνέχεια ήταν πάμπολλες και, σίγουρα, πολύ περισσότερες από αυτές των ομάδων της Λιθουανίας. Πάλι ζήλεια, Σαρούνας…. Εξάλλου, η «συμβολή» σας, κ. Μαρτσουλιόνις, δεν ήταν ηθελημένη. Απλώς αποτελέσατε το όργανο μιας αποτελεσματικότερης ομάδας στο δρόμο της για την κορυφή.
Επίσης, τόλμησε να ισχυριστεί ότι οι Έλληνες βελτίωσαν τη φήμη τους με την υποστήριξη των Λιθουανών στον τελικό του Ευρωμπάσκετ 1995, στο οποίο η Εθνική μας πήρε την 4η θέση έχοντας ηττηθεί στον ημιτελικό από την Γιουγκοσλαβία (ήτοι Σερβία +Μαυροβούνιο) με τους διαιτητές να βάζουν το χεράκι τους. Έτσι, στον τελικό οι Λιθουανοί βρήκαν απροσδόκητη υποστήριξη από το ελληνικό κοινό που θεωρούσε, δικαίως, ότι η ελληνική ομάδα είχε αδικηθεί από τη διαιτησία. Παρόλα αυτά, η Γιουγκοσλαβία επικράτησε της Λιθουανίας η οποία προσπάθησε να δικαιολογηθεί επιρρίπτοντας τις ευθύνες στη διαιτησία αλλά, εν τέλει, κανείς δεν βοήθησε τον εκπληκτικό Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς να πετύχει 41(!) πόντους και να οδηγήσει την ομάδα του στο θρίαμβο.
Στον τελικό αυτό ο Σαρούνας είχε εξαιρετική απόδοση με 32 πόντους αλλά, ως συνήθως, βρέθηκε κάποιος να παίξει καλύτερα από αυτόν και να τον ξεπεράσει. Τουλάχιστον, θα όφειλε ο Μαρτσουλιόνις να ευχαριστήσει το ελληνικό κοινό για μια υποστήριξη που δεν θα μπορούσε να λάβει ούτε στα πιο τρελά του όνειρα από τους ψυχρούς συμπατριώτες του και όχι να ειρωνευτεί με τη δήλωσή του.
Ίσως, η μόνη φορά που δεν αντέδρασε μετά από ήττα ήταν στον ημιτελικό των Ολυμπιακών της Βαρκελώνης όταν βρέθηκε απέναντι στην αυθεντική ομάδα όνειρο των ΗΠΑ. Εκεί οι Λιθουανοί έχασαν με 51 πόντους διαφορά με την Αυτού Μεγαλειότητα, τον Μάικλ Τζόρνταν, να σβήνει από το χάρτη τον Μαρτσουλιόνις ο οποίος δεν τόλμησε να πει κάτι εναντίον του κορυφαίου παίκτη όλων των εποχών και της εντυπωσιακότερης ομάδας στην ιστορία της καλαθόσφαιρας. Προφανώς καταλάβαινε ότι δεν τον έπαιρνε για κάτι τέτοιο αφού είτε κανείς δεν θα του έδινε σημασία είτε θα αντιμετώπιζε την οργή των απανταχού μπασκετόφιλων.
Καταδήλως πρόκειται για απύθμενο θράσος ενός ταλαντούχου παίκτη αλλά μικρόψυχου ανθρώπου ο οποίος δεν μπορεί να αποδεχτεί την ήττα και, το χειρότερο, ακόμα και δεκαετίες μετά τους αγώνες, αναζητά δικαιολογίες για την ανωτερότητα των αντιπάλων. Είναι πραγματικά λυπηρό και επικίνδυνο να κυνηγά απεγνωσμένα να βρει φαντάσματα και μάγισσες και όχι να πράξει το αυτονόητο.
Οπότε, Σαρούνας, αντί να συνειδητοποιήσεις ότι μέσα στον αθλητισμό υπάρχει και η ήττα, συνεχίζεις τις εκτός τόπου και χρόνου δηλώσεις σου προσβάλλοντας τη νοημοσύνη κάθε γνήσιου φιλάθλου.
Αλλά, βρε Σαρούνας, σοβαρά τώρα θεωρείς πως θα γίνουν πιστευτά τα λεγόμενά σου ότι κάποιοι Έλληνες σας πλησίασαν και πρόσφεραν χρήματα; Αν ναι, μάλλον θα πρέπει να πιστέψουμε κι εμείς ότι πριν τον ημιτελικό της Σεούλ κάποιοι … Σοβιετικοί πλησίασαν τους Αμερικάνους για χρηματισμό ούτως ώστε να έχουν μειωμένη απόδοση. Θα μου πείτε τώρα ότι αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα και ότι δεν έχω στοιχεία για τέτοια προσπάθεια των Σοβιετικών. Ασφαλώς και δεν έχω στοιχεία και τονίζω ότι είναι καθαρά αποκύημα της φαντασίας μου. Όπως και του Σαρούνας άλλωστε ο οποίος, μέσα στη φαντασιοπληξία του και την αδυναμία του δεχτεί μια ήττα σε αθλητικό επίπεδο, πρέπει να αισθάνεται πραγματικό μίσος για τη χώρα μας. Αν δεν του περάσει αυτό το μίσος, τι να κάνουμε… Δεν φταίμε όλοι οι Έλληνες. Ο Γκάλης και η παρέα του είναι οι φταίχτες..