Δέκα χρόνια από όταν μπήκε στο βιβλίο Γκίνες ως ο πιο πολυταξιδεμένος άνθρωπος στον κόσμο (ο μοναδικός που είχε ταξιδέψει και στις 194, τότε, χώρες), ο Μπάμπης Μπίζας θεωρεί τη γη πιο μεγάλη από πριν και πλέον βιώνει «την άλλη όψη των ταξιδιών».
Μεγάλωσα στην Άρτα, μια βαρετή πόλη. Όλα εκεί ήταν πεπερασμένα. Σπούδασα Πολιτικές Επιστήμες και Σλαβικές γλώσσες. Είχα τη μεγάλη τύχη να είμαι το τρίτο παιδί της οικογένειας και, όπως συνήθως συμβαίνει, οι γονείς μου μού είχαν παραχωρήσει πλήρη ελευθερία. Ήταν το μεγαλύτερο δώρο που μου έκαναν.
Τα ταξίδια τα ξεκίνησα 22 χρονών, μόλις μπόρεσα να βγάλω διαβατήριο. Ήταν αμέσως μετά τη Χούντα και οι μη στρατευμένοι δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν. Κάποτε έλειψα πεντέμισι μήνες και γύρω στους πέντε οι γονείς μου άρχισαν να ανησυχούν πού είμαι. Ήμουν κάπου μεταξύ Ινδίας-Κεϋλάνης. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Επί τριάντα χρόνια συνεργαζόμουν με διάφορα ταξιδιωτικά γραφεία, που είτε έκλεισαν λόγω κρίσης είτε άλλαξαν χαρακτήρα. Τώρα είμαι στο Cosmorama.
Το βιβλίο Γκίνες δεν ήταν στόχος, ήταν απλώς μια γενική αναγνώριση. Δεν ήταν βραβείο Νόμπελ, δεν συνοδευόταν από κάποιο χρηματικό ποσό. Καταξίωση είναι η καθημερινότητα γύρω σου. Σήμερα το Γκίνες δεν περιλαμβάνει πλέον το πεδίο «ταξίδι», γιατί τέθηκαν πολιτικά ζητήματα, όπως αν θεωρούνται χώρες η Ταιβάν, η Αμπχαζία ή το Νογκόρνο Καραμπάχ. Τώρα το όνομά μου είναι πρώτο στο ηλεκτρονικό κλαμπ The Best Travelled, με 200 πόντους διαφορά από το δεύτερο.
Πώς ξεκίνησε η ιστορία Γκίνες; Κάποια στιγμή μου είπαν οι φίλοι μου «εσύ πλέον έχεις πάει παντού. Γιατί δεν κάνεις μια αίτηση να μπεις στο Γκίνες;» Έκανα λοιπόν την αίτηση και στην έκδοση του 2004 το όνομά μου ήταν μέσα στο βιβλίο, ήμουν ο μόνος που είχε ταξιδέψει και στις 194 τότε χώρες του κόσμου. Σήμερα είναι 195, γιατί το Νότιο Σουδάν προσετέθη αργότερα.
Αυτό που άλλαξε από το 2004 είναι ότι τώρα ταξιδεύω για να βιώσω κάτι πολύ πιο ειδικό. Ζω «την άλλη όψη των ταξιδιών». Γενικότερα, η ταξιδιωτική προσέγγιση έχει αλλάξει. Ο κόσμος πάει να δει συγκεκριμένα μνημεία, φυσικά τοπία, τοποθεσίες που παλιά δεν περιλαμβάνονταν καν στις κλασικές διαδρομές. Μπαίνει σε μια άλλη σφαίρα. Το βλέπω ξεκάθαρα πλέον και στα γκρουπ που συνοδεύω.
Βρισκόμαστε στην «πέμπτη γενιά ταξιδιών», για «προχωρημένους ταξιδιώτες». Στο μέλλον τα ταξίδια θα γίνονται όλο και πιο εξειδικευμένα. Δεν θα απαιτούν προσπάθεια, απλώς βούληση. Μπορεί να φανεί αδιανόητο σε κάποιον να πάει να δει την Γη του Αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ! Γιατί να πάει, εδώ που τα λέμε; Οκτώ μοίρες πάνω από τον Βόρειο Πόλο, στις εσχατιές του πλανήτη, για να δει έναν ατέλειωτο παγετώνα! Κι όμως εκεί περπάτησαν οι πρώτοι γνωστοί εξερευνητές, ο Αμούνδσεν και ο Νάνσεν. Σε εκείνα τα εδάφη της μακρινής Ρωσίας πάτησαν πρώτοι οι Αυστροούγγροι (εξ ου και το όνομα της περιοχής). Τέτοια ταξίδια σε κάνουν να βλέπεις τα πράγματα από την αρχή. Το περιηγητικό ταξίδι της περιόδου 1980-2000 τέλειωσε.
Με τους ταξιδιώτες της κατηγορίας μου μιλάμε την ίδια γλώσσα. Μπορεί να μην είναι στο βιβλίο Γκίνες, όλοι όμως έχουν την ίδια ιδιαίτερη επιθυμία να ταξιδέψουν. Κάθε άλλο λοιπόν παρά μόνος αισθάνομαι. Όπου πάω βρίσκω ανθρώπους που δεν θα αρκεστούν μόνο στις πρωτεύουσες, αλλά θα πάνε στο Σαν Αντρές της Κολομβίας, στο Ροατάν της Ονδούρας, στα νησιά Κορν της Νικαράγουας…
Το ταξίδι είναι μια μοναχική πορεία, μια ανάγκη εσωτερική. Ένας είναι αυτός που ταξιδεύει. Αν κάποιος περπατάει δίπλα μου στο ίδιο μονοπάτι, στην πραγματικότητα είμαστε δύο μόνοι που περπατάμε τον ίδιο δρόμο. Το ταξίδι δεν είναι ούτε συνεταιριστικό ούτε φιλικό. Έχουν χαλάσει πολυετείς φιλίες και σχέσεις λόγω της εγγύτητας που δημιουργεί ένα ταξίδι. Τα οργανωμένα ταξίδια είναι διαφορετικά. Εκεί υπάρχει μια ανταλλακτική σχέση που καθορίζει τα περιθώρια και τη συμπεριφορά.
Δεν υπάρχει χώρα που δεν θα ξαναπήγαινα. Οι πολυταξιδιώτες σαν εμένα δεν έχουν τέτοια στεγανά. Πάμε παντού, ξανά! Ούτε βαρετά κράτη υπάρχουν. Υπάρχουν περισσότερο ή λιγότερο ενδιαφέροντα. Η Ελλάδα όμως είναι η χώρα μου, έχω αφετηρία και επιστροφή ελληνική. Καμαρώνω όταν λέω ότι είμαι Έλληνας. Δεν θα ήταν το ίδιο αν έλεγα ότι είμαι Σλοβάκος ή Σλοβένος και να παιδεύονται οι άλλοι να θυμηθούν τελικά από πού είμαι.
Το ταξίδι που θα μου μείνει αξέχαστο ήταν στην Ακτή των Ιχθυοφάγων. Ουσιαστικά ακολουθήσαμε τα χνάρια της πορείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εκεί που πέρασε ο Νέαρχος ο Κρης. Βάλαμε κάτω το 6ο βιβλίο της «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του Αρριανού και ακολουθήσαμε βήμα-βήμα όλη τη διαδρομή. Ήταν ένα ταξίδι που αποτυπώθηκε στη φαιά μας ουσία, πέρασε στο DNA μας. Κάπου στο βιβλίο έλεγε «φτάσαμε στο τάδε μέρος, όπου υψωνόταν ένας βράχος». Φτάσαμε κι εμείς στο ίδιο σημείο και εκεί ήταν ο βράχος. «Έπειτα είναι ένα ποτάμι και μετά το ποτάμι βρίσκεται η χώρα των δασύτριχων». Περνάμε το ποτάμι και στη στροφή βλέπουμε έναν άντρα όλο φρύδια, μαλλιά, τρίχες παντού. Μετά από 2500 χρόνια ο ίδιος ανθρώπινος τύπος ήταν ακόμα εκεί απαράλλαχτος! Και βέβαια σιγουρευτήκαμε ότι ακολουθούσαμε τη σωστή πορεία.
Το ταξίδι που με έκανε να νιώσω το απόλυτο δέος ήταν στην Ανταρκτική. Εκστασιάστηκα. Η Ανταρκτική έχει κάτι το θεϊκό, το εξώκοσμο. Ο μαγνητισμός του τοπίου, η δύναμη του λευκού, οι παγωμένοι όγκοι…
Η συνέχεια της συνέντευξης στο andro.gr